- χαλδαϊστί
- Αεπίρρ. στη γλώσσα τών Χαλδαίων.[ΕΤΥΜΟΛ. < Χαλδαῖος + επιρρμ. κατάλ. -ιστί (πρβλ. ἀρχα-ϊστί, ἑλλην-ιστί)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Χαλδαιστί — Chaldaean indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)